Η δέσμευση ως κινητήριος δύναμη στην ψυχοθεραπεία

Η δουλειά του ψυχοθεραπευτή και η ψυχοθεραπεία στο σύνολο της πολύ συχνά παρομοιάζεται με την δουλειά του γιατρού. Μπορεί να έχουμε στο νου μας ότι πηγαίνονταας σε έναν ψυχολόγο και λέγοντας του τα “προβλήματα” μας, τότε εκείνος αμέσως αποκτά εικόνα για το ποιοί είμαστε και εύκολα θα μας πει πως να προχωρήσουμε και τι να κάνουμε με αυτό που μας απασχολεί. Έχουμε μία αίσθηση ότι θα μας δώσει τη λύση με τον δικό του τρόπο.

Αυτό αυτομάτως τοποθετεί μέσα μας τον θεραπευτή σε μία σχέση ισχύος, αυθεντίας, γνώστη, “υπέυθυνου για τη δική μας ζωή”, κι εμάς μας βάζει σε μία θέση ασθενή, χαμηλότερη, που δεν ξέρουμε πως να κινηθούμε μέσα στη ζωή.

Στην πραγματικότητα, αυτό είναι μία λανθασμένη εικόνα για την διαδικασία της ψυχοθεραπείας. Αντίθετα με το παραπάνω στην ψυχοθεραπευτική δουλειά, θεραπευτής και θεραπευόμενος είναι ίσοι και προσπαθούν να δημιουργήσουν μαζί μία συνεργατική σχέση. Αυτό που τους διαχωρίζει είναι η οπτική που έχουν στα πράγματα. Ο θεραπευόμενος είναι ρουφηγμένος μέσα σε αυτά που βιώνει ενώ ο θεραπευτής στέκετεαι απ’ έξω και μπορεί να τα κοιτάει από απόσταση. Αυτό του δίνει το πλεονέκτηματα να φέρει κι άλλες οπτικές επι των θεμάτων με αποτέλεσμα να μπορεί να διευρύνει την οπτική του θεραπευόμενου.

Επίσης, ο θεραπευτής είναι συνήθως ένα άτομο που έχει αφιερωθεί πολύ στον εαυτό του, στην αυτογνωσία και στο να μπορεί να διαχειρίζεται όλα όσα τον έχουν απασχολήσει και τον απασχολούν στη δική του προσωπική ζωή. Όχι δεν τα έχει λύσει όλα! Ευτυχώς είναι ακόμα άνθρωπος! Αυτό που έχει καταφέρει είναι να μπορεί να τα αναγνωριζει άμεσα και να τα αντέχει, να μην αποδιοργανώνεται, να ακούει τις ανάγκες του και να αποδέχεται. Έχοντας κάνει και συνεχίζοντας να κάνει αυτή τη δουλειά με τον εαυτό του, γίνεται ο ίδιος το εργαλείο πάνω στο οποίο ο θερπαευόμενος θα μπορέσει να καθρεφτιστεί, να διευρυνθεί, να ονειρευτεί, να μάθει, να αναπτυχθεί… γι αυτό είναι τόσο πολύ σημαντική η σχέση ανάμεσα τους.

Ο θεραπευτής θα μεταδώσει τα εργαλεία και τα εφόδια που ήδη έχει στον θεραπευόμενο και μαζί θα προσπαθήσουν να ανακαλύψουν νέα που θα ταιριάζουν πολύ καλά στην ζωή και τις συνθήκες που αντιμετωπίζει ο θεραπευόμενος.

Έτσι προχωράνε μαζί στους δρόμους που ανοίγει ή που ήδη περπατάει ο θεραπευόμενος που κάποτε είναι σκοτεινοί, κάποτε φωτεινοί, και προσπαθούν μαζί να βρουν τα καταλληλότερα πατήματα. Ο θεραπευόμενος προχωράει και ο θεραπευτής συνοδεύει, υποστηρίζει, φροντίζει, χωράει και κάπως έτσι προχωράνε μαζί. Αυτό δεν τους κάνει εξαρτημένους. Ο θεραπευόμενος προχωράει μόνος του, ανοίγει δρόμο, τολμάει, ζει τη ζωή του. Ο θεραπευτής είναι εκεί μαζί του μία ώρα την εβδομάδα, όλες τις υπόλοιπες το άτομο τα αντιμετωπίζει μόνο του.

Ο θεραπευτής είναι πολύ δεσμευμένος σε αυτή τη σχέση.

Η δέσμευση είναι το πιο σημαντικό υλικό που θα κάνει την διαδικασία να λειτουργήσει. Η δέσμευση θα δώσει δομή και πλαίσιο στην σχέση, θα της δώσει ασφάλεια, επιστοσύνη και όλα όσα χρειάζονται ώστε το άτομο να νιώθει ελεύθερο να εκφραστεί. Αυτή η τόσο φορτισμένη λέξη για πολλούς, η λέξη δέσμευση που δυστυχώς έχει συνδυαστεί με τον εγκλωβισμό και τον περιορισμό, αυτή η έννοια της λέξης είναι ο κινητήρας της διαδικασίας.

Δέσμευση σημαίνει να είμαι συνεπής απέναντι στον εαυτό μου και σε αυτό που επέλεξα να κάνω, να είμαι αφοσιωμένος σε έναν στόχο, έναν δρόμο, μία φιλοσοφία, σημαίνει να μην παραιτούμαι, αλλά να τολμώ να συνεχίζω ακόμα κι όταν δυσκολεύομαι. Δεσμεύομαι σημαίνει να προχωράω με υπομονή και επιμονή. Σημαίνω να μπορώ ελεύθερα να επιλέγω κάθα φορά τον δρόμο.

Δέσμευση μέσα στην ψυχοθεραπεία δεν θέλουμε να σημαίνει πρέπει γιατί δεν γίνεται αλλιώς αλλά αντίθετα, επιλέγω επειδή είμαι υπεύθυνος του εαυτού μου και μένω σταθερός όσο το επιλέγω ακόμα και τις φορές που δυσκολεύομαι, αντιστέκομαι, αρνούμαι. Η δέσμευση χρειάζεται πολλές υπερβάσεις, καθημερινές, χρειάζεται να παίρνουμε ξανά και ξανά το ρίσκο του να είμαστε ειλικρινείς και ανοιχτοί με τον εαυτό μας. Οπότε η δέσμευση στην ψυχοθεραπεία και στη σχέση με το θεραπευτή, στην πραγματικοτηταα είναι δέσμευση στον ίδιο τον εαυτό.

Ο θεραπευτής είναι πολύ δεσμευμένος σε αυτή τη σχέση εννοώντας ότι είναι πραγματικά αφοσιωμένος στον θεραπευόμενο. Προετοιμάζεται πριν έρθει και τον σκέφτεται όταν φύγει, κρατάει σημειώσεις, διαβάζει, διερωτάται, ταυτίζεται, συναισθάνεται, κάνει συνδέσεις, διευρύνει τις σκέψεις του πάνω στα θέματα που το άτομο φέρνει. Δουλεύει μαζί του ακόμα κι όταν ο θερπαευόμενος δεν είναι εκεί.

Οι περισσότεροι θεραπευόμενοι το καταλαβαίνουν αυτό μετα από πολύ καιρό μέσα στη σχέση.

Σε μία σχέση που έχει δέσμευση και από τις δύο πλευρές, η δουλειά γίνεται πιο βαθιά και ουσιαστική. Σε αντίθετη περίπτωση, η ροή συνεχώς διακόπτεται από τα τραντάγματα της μη δέσμευσης. Σαφώς βέβαια είναι και αυτά μέσα στην διαδικασία και χωράνε και είναι ευκαιρίες για δουλειά και αυτογνωσία.

Υπάρχουν κι άλλα σημαντική υλικά που κάνουν τη ψυχοθεραπεία να λειτουργεί αλλά προς το παρόν θα σταθούμε σε αυτό. Παίρνοντας μία στάση “δέσμευσης”, ή καλύτερα αφοσίωσης απέναντι σε όσα ο καθένας θεωρεί σημαντικά στη ζωή, η ποιότητα της σχέσης με το κάθετι στο οποίο αφοσιώνομαι αλλάζει και γίνεται πιο ουσιαστικό. Ας κάνουμε το καλυτερο που μπορύμε σε κάθε περίπτωση και ας είμαστε παρόντες με όλο μας τον εαυτό!

Καλές εαυτό-δεσμεύσεις!