Ξέρω ένα μέρος όπου όλα μπορούν να συμβούν | Αμφίκλεια 2019

Ξέρω ένα μέρος όπου όλα μπορούν να συμβούν… Ξέρω ένα μέρος όπου όλα χωράνε και που εκεί μπορούμε να είμαστε εμείς, ο ένας με τον άλλον, ο καθένας με τον εαυτό του και με όλα όσα συμβαίνουν μέσα μας, με όλα όσα έχουν συμβεί κάποτε, με όλα όσα δημιουργούνται τώρα, και με όλα όσα μπορούμε να ονειρευτούμε για μετά!
 
Ξέρω ένα μέρος όπου μπορούμε να περπατήσουμε ανάμεσα στα δέντρα, να γίνουμε πουλιά και να πετάξουμε στον ουρανό, ν’ ακούσουμε τα μυστικά των κουκουβάγιων, να μυρίσουμε το αεράκι το καλοκαιρινό, να αγκαλιάσουμε και να ανταμώσουμε όσους και όσα έχουν φύγει, να γίνουμε ένα σώμα, με μία καρδιά και με πολύ νερό, να μιλήσουμε με τις γάτες!
 
Ξέρω ένα μέρος όπου το κάθετι έχει αξία, όπου η ζωή χωράει μαζί με τον θάνατο, όπου το φως υπάρχει μαζί με το σκοτάδι, όπου η αγκαλιά χωράει όλα τα κομμάτια μας και τα γνωστά και τα άγνωστα!
 
Νιώθω να χόρεψα σαν τον Ζορμπά για όλα όσα δεν μπορούν να ειπωθούν με λόγια, για όλα όσα νιώθω σε κάθε μας συνάντηση, τόσο ανθρώπινη, τόσο αυθεντική, τόσο γεμάτη!
 
Αυτό το μέρος είναι μέσα σου και είναι μέσα μου! Αυτό το μέρος είναι αυτό που δημιουργείται όταν αυτοί οι δύο τόποι, ο δικός σου κι ο δικός μου, ενωθούν!
Ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου!
 
Απόσμασμα από το “Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά”:
 
“Αφεντικό, φώναξε, έχω πολλά να σου πω, άνθρωπο δεν αγάπησα σαν εσένα, έχω πολλά να σου πω, μα δεν τα πάει η γλώσσα μου….
Θα τα χορέψω το λοιπόν! Στάσου παράμερα μην σε πατήσω! Βίρα! χοπ! χοπ!
 
Έδωκε ένα σάλτο, τα πόδια και τα χέρια του έγιναν φτερούγες. Όρθιος χιμούσε απάνω από την γης, κι έτσι που τον έβλεπα στο βάθος τ` ουρανού και της θάλασσας, μου φάνταζε σαν ένας γέρος αρχάγγελος αντάρτης. Γιατί ο χορός αυτός του Ζορμπά ήταν όλο πρόκληση, πείσμα κι ανταρσία. Θαρρείς και φώναζε
 
-Τι μπορείς να μου κάνεις Παντοδύναμε; Τίποτα δεν μπορείς να μου κάμεις, αν με σκοτώσεις μονάχα. Σκότωσε με καρφί δεν μου καίγεται, έβγαλα το άχτι μου, είπα ότι ήθελα να πω, πρόφτασα και χόρεψα και πια δεν σε έχω ανάγκη!”
 
Έβλεπα τον Ζορμπά να χορεύει και ένιωθα για πρώτη φορά την δαιμονικιάν ανταρσία του ανθρώπου, να νικήσει το βάρος και την ύλη, την προγονική κατάρα. Καμάρωνα την αντοχή του, τη σβελτέτσα, την περηφάνια. Κάτω στην αμμουδιά τα ορμητικά κι αντάμα περίτεχνα πατήματα του Ζορμπά χάραζαν την εωσφορική ιστορία του ανθρώπου.”
 
Ν. Καζαντζάκης