Να μάθω να ζω με όλη μου τη ψυχή!

Απόσπασμα από τη Lifo:

“1)      Για τους γονείς.

Αποδεχτείτε τα παιδιά σας. Μπορεί να μη σας μοιάζουν, μπορεί να έχουν τις δικές τους επιθυμίες, όμως η αγάπη και η αποδοχή είναι η μόνη λύση. Αν το παιδί σας είναι γκέι (ή οτιδήποτε διαφορετικό απ’ αυτό που εσείς σχεδιάζατε), αγκαλιάστε το – μην το σπρώχνετε μακριά σας. Ακούστε το και αγκαλιάστε το. Αγνοήστε το «τι θα πει ο κόσμος», νοιαστείτε για το τι θα πει η καρδιά σας και η καρδιά του παιδιού σας.

2)      Για τους bullies.

Συνειδητοποιείστε τι κάνετε. Σχεδόν κανένας bully δεν καταλαβαίνει τη σοβαρότητα των πράξεών του. Θεωρεί ότι είναι πλάκες, ότι το θύμα δεν ενοχλείται και τόσο, ότι το αντέχει – επειδή οι ίδιοι θα το άντεχαν.  Κι όμως, δεν είναι πλάκα όταν δεν μπορεί κι ο άλλος να κάνει το ίδιο σε σας. Όταν δε γελάει. Όταν το κάνετε παρά τη θέλησή του. Ξεχωρίστε την καλόκαρδη πλάκα που κάνετε και σας κάνουν από το μονόπλευρο ψυχικό βασανισμό που κάνετε σε ένα άτομο. Εσείς μπορεί να θεωρείτε πως θα το αντέχατε, γιατί είστε σκληροί και με υπομονή και δεν παίρνετε τα πράγματα στα σοβαρά. Μάθετε ότι δεν είναι όλοι έτσι: Ο περισσότερος κόσμος δεν είναι αναίσθητος, κάποιων μάλιστα η ζωή μπορεί να γίνεται κόλαση και να μη θέλουν να τη συνεχίσουν Αν νιώσεις ότι κάνεις κακό σε κάποιον αλλά δεν μπορείς να το σταματήσεις, ζήτα ψυχολογική υποστήριξη: δεν θα κάνεις καλό μόνο στους άλλους αλλά κυρίως στον εαυτό .

3)      Για τους Βαγγέληδες αυτού του κόσμου.

Ζήτα βοήθεια τώρα. Μπορεί να νομίζεις ότι όλοι θα είναι εναντίον σου, ότι δεν μπορείς να μιλήσεις στην οικογένειά σου, ότι κανείς δε θα σε καταλάβει, όμως κάνεις λάθος. Διάβασες τι έλεγε ο κόσμος όσο διαρκούσε η αναζήτηση του Βαγγέλη Γιακουμάκη; Όλοι τον κατάλαβαν, όλοι τον ένιωσαν, όλοι θέλησαν να τον βοηθήσουν – ψάχνοντας γι’ αυτόν, στέλνοντάς του χρήματα, γράφοντας γι’ αυτόν. Αν περνάς δύσκολα τώρα, ξέρε ότι δεν θα κρατήσει αυτό για πάντα. Τα πράγματα θα καλυτερεύσουν. Μπορεί να νομίζεις ότι είσαι μόνος, αλλά δεν είσαι. Με το που θα μιλήσεις οι νταήδες μαζεύονται στη γωνίτσα τους, και η υποστήριξη έρχεται.  Με το που θα μιλήσεις, το ξόρκι σπάει.”
Πηγή: http://www.lifo.gr/team/bitsandpieces/56110

Για τους γονείς, τα παιδιά και τον κόσμο:

  • Οι γονείς δεν μας μαθαίνουν να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας…

ίσως επειδή οι ίδιοι δεν μας αποδέχονται, ίσως επειδή οι ίδιοι δεν αποδέχονται τον εαυτό τους.  Οι γονείς μας προέρχονται από άλλους γονείς που ίσως να μην του αποδέχονταν, ίσως να μην αποδέχονταν τον εαυτό τους…

Οι γονείς μας προσπάθησαν να εκπληρώσουν τις προσδοκίες των γονιών τους και χωρίς να αποκτήσουν επίγνωση της τραυματικής αυτής περιπέτειας τους, έφτιαξαν καινούριες προσδοκίες για τα δικά τους παιδιά, τα οποία με τη σειρά τους προσπαθούν να τις εκπληρώσουν. Έτσι δημιουργείται ένας άκαμπτος φαύλος κύκλος ….

Υπάρχουν «συνηθισμένες» προσδοκίες, που όλοι λίγο πολύ τις έχουμε ακούσει, όπως «να σπουδάσεις, να παντρευτείς, να κάνεις παιδιά ή καριέρα…». Προσδοκίες που έχουν δυσκολέψει το δρόμο και τη ζωή πολλών από εμάς. Υπάρχουν και πιο παράλογες προσδοκίες όπως «μην είσαι έτσι όπως είσαι», «Μην είσαι ομοφυλόφιλος», «μην είσαι ευαίσθητος», «μην είσαι μουσικός», «μην είσαι πολύ έξυπνος»…

Και όλες αυτές οι προσδοκίες που έρχονται κατά πάνω μας, συνήθως συνοδεύονται και με διάφορες λέξεις, που προσδίδουν έναν χαρακτηρισμό- ταμπέλες, που θα τις φοράμε για πολλά χρόνια, κάποιοι ίσως και για πάντα, όπως αχάριστος, τεμπέλης, χαζός, αποτυχημένος, άχρηστος, δύσκολος, ιδιότροπος, περίεργος…. Και η λίστα συνεχίζεται…

Αυτό που τελικά μαθαίνουμε είναι να φοβόμαστε να κάνουμε λάθη, να έχουμε τύψεις, να μην αγαπάμε τον εαυτό μας, να μην τον γνωρίζουμε, να νιώθουμε αποτυχημένοι, να πονάμε, να κρυβόμαστε, να δυσκολευόμαστε να επικοινωνήσουμε.

Κάποια παιδιά μαθαίνουν να αντιδρούν σε αυτό, να ξεσπάνε, να κάνουν τα πάντα για να πουν ΟΧΙ, να επαναστατήσουν. Οι γονείς τα ονομάζουν αντιδραστικά στοιχεία ή πνεύματα αντιλογίας. Αυτά τα παιδιά «ακούγονται», κάνουν φασαρία, είναι θυμωμένα.

Κάποια άλλα παιδιά μαθαίνουν να υποχωρούν, να συμβιβάζονται , να προσπαθούν συνεχώς να ικανοποιήσουν τους άλλους, να κάνουν τα πάντα για να πουν ΝΑΙ. Αυτά τα παιδιά δεν «ακούγονται», είναι ήσυχα, προσπαθούν να περνούν απαρατήρητα.

Κανένα από τα δύο δεν είναι ελεύθερο. Κανένα δεν είναι ελεύθερο.

Σε πολλές οικογένειες η διαφοροποίηση της ατομικότητας δεν επιτρέπεται. Σαν να μην επιτρέπεται να είμαι ο εαυτός μου, να μην επιτρέπεται να επιλέγω, να μην επιτρέπεται να δοκιμάζω, σαν να πρέπει από πριν να ξέρω ποιο είναι το σωστό όχι για μένα αλλά για σένα.

  • Το σχολείο δεν μας μαθαίνει να ζούμε…

Δεν είναι μόνο η οικογένεια. Κι οι γονείς έχουν περάσει από αυτό και σίγουρα δεν έχουν την πρόθεση να μας κάνουν κακό. Συνεχίζουν απλά τον δικό τους κύκλο, τον οποίο δεν κατάφεραν να σπάσουν.

Μετά έρχεται το σχολείο, που μας μαθαίνει πάλι να είμαστε καλά παιδιά, να υπακούμε, να πειθαρχούμε. Μέσα στους τοίχους του σχολείου πάλι δεν επιτρέπεται εύκολα η διαφοροποίηση. Τώρα μας βαθμολογούν για το σωστό και το λάθος. Μας δίνουν εφόδια ώστε να μπορούμε να μπούμε στο πανεπιστήμιο ή να βρούμε μία δουλειά- τα οποία ναι είναι χρήσιμα!- όμως δεν μας μαθαίνουν πώς να επιβιώσουμε συναισθηματικά, πώς να κάνουμε σχέσεις, πώς να μοιραζόμαστε, πώς να μιλάμε γι αυτά που μας απασχολούν, πώς να πενθούμε, πώς να υποστηρίζουμε τη θέση μας, πώς να αγαπάμε τον εαυτό μας, να σεβόμαστε τους γύρω μας, να συγκρουόμαστε με δημιουργικό τρόπο, να μάθουμε να ακούμε το σώμα μας…. να μάθουμε να κάνουμε λάθη και να ξαναδοκιμάζουμε. Δεν μας μαθαίνει το σπουδαιότερο, δεν μας μαθαίνει να ζούμε!

Έτσι, όταν θα δεχτείς εκφοβισμό, θα νιώσεις μόνος, θα νιώσεις ότι φταις, θα κρυφτείς και θα το κρύψεις… ίσως νομίσεις ότι σου αξίζει.

Όταν εκφοβίσεις κάποιον μπορεί να νιώσεις δυνατός, ικανός, άξιος, ποιος ξέρει με ποιόν πραγματικά τα βάζεις εκείνη τη στιγμή!

  • Ευτυχώς όταν μεγαλώνουμε έχουμε πάντα την επιλογή να τα δούμε όλα αυτά καλύτερα…

Έχουμε πάντα την επιλογή να φτιάξουμε τον κόσμο όπως τον θέλουμε, και αυτό είναι κάτι που ευτυχώς ξεκινάει από μέσα μας. Μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, να τον αγκαλιάσουμε, μπορούμε να τον αποδεχτούμε και να τον συν- χωρέσουμε, να χωρέσουμε μαζί του μέσα μας. . . να συνυπάρχουμε, να φτιάξουμε σχέσεις ουσίας, που θα μας χωράνε. Πάντα υπάρχει διορθωτική παρέμβαση, αρκεί να το δούμε.

Το να ζητάς βοήθεια δεν είναι κακό, δεν σε κάνει άρρωστο ή αδύναμο, δεν σε κάνει χαζό. Το να ζητάς βοήθεια είναι μία πράξη δύναμης γιατί εμπεριέχει την επιθυμία σου να αλλάξεις τα πράγματα, το θάρρος σου να δεις τον εαυτό σου γυμνό, την διάθεση να δημιουργήσεις κάτι.

Σπάσε τον φαύλο κύκλο, άλλαξε τον, κάνε κάτι διαφορετικό… κι ίσως συμπαρασύρεις και το σύστημα στο οποίο ανήκεις, ίσως ο κόσμος αρχίσει να κινείται διαφορετικά.

Όλο αυτό μου θύμισε την ιστορία του αλυσοδεμένου ελέφαντα, που νόμιζε ότι δεν έχει δύναμη να φύγει από τα δεσμά του. Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του όταν ήταν δεμένος, είναι χαραγμένη στη μνήμη του πολύ βαθιά. Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση. Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του…”(…) Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς, είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου την ψυχή… Με όλη σου την ψυχή!

Ηλιάννα Πεσσάρη

Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας-

Απόσπασμα από το βιβλίο του Jorge Bucay με τίτλο «Να σου πω μια ιστορία»

-Δεν μπορώ του είπα. Δεν μπορώ!

-Σίγουρα; με ρώτησε αυτός.

-Ναι. Πολύ θα ήθελα να μπορούσα να σταθώ μπροστά της και να της πω τι νιώθω… Ξέρω, όμως, ότι δεν μπορώ!!!

Ο Χόρχε κάθισε σαν το Βούδα πάνω σ΄ εκείνες τις φριχτές μπλε πολυθρόνες του γραφείου του χαμογέλασε, με κοίταξε στα μάτια και, χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου είπε:

-Να σου πω μια ιστορία… Και χωρίς να περιμένει να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται:

“Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα. Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που, όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών. Στην παράσταση, το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμής του…

Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σ΄ ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος. Μια αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του. Ωστόσο, το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος.

Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορούσε να ξεριζώνει δέντρα με τη δύναμη του, θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει. Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο. Μα τι τον κρατάει; Γιατί δεν το σκάει;

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών πίστευα ακόμα στη σοφία των μεγάλων. Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο ,τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα. Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας είναι δαμασμένος. Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν;

Δε θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση. Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα

Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα – ευτυχώς για μένα – ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε ν΄ ανακαλύψει την απάντηση. Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σ΄ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.

Έκλεισα τα μάτια και φαντάστηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι. Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να λευτερωθεί. Μα, παρόλες τις προσπάθειές του, δεν τα είχε καταφέρει, γιατί το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του.

Φαντάστηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά, και τη μεθεπόμενη το ίδιο… Ώσπου μια μέρα, μια φρικτή μέρα για την ιστορία του, το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του.

Αυτός ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής. Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννησή του είναι χαραγμένη στη μνήμη του. Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση. Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του…”

-Έτσι είναι, Ντεμιάν. Όλοι είμαστε λίγο-πολύ σαν τον ελέφαντα του τσίρκου. Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία. Ζούμε πιστεύοντας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε ένα σωρό πράγματα, απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν είμαστε μικροί, προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε.

Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα. Χαράξαμε στη μνήμη μας αυτό το μήνυμα: Δεν μπορώ, δεν μπορώ και ποτέ δε θα μπορέσω.

Ο Χόρχε έκανε μια μεγάλη παύση. Ύστερα πλησίασε, κάθισε στο πάτωμα μπροστά μου και συνέχισε: Αυτό σου συμβαίνει, Ντέμι. Ζεις μέσα στα όρια της ανάμνησης ενός Ντεμιάν που δεν υπάρχει πια, εκείνου που δεν τα κατάφερε. Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς, είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου την ψυχή… Με όλη σου την ψυχή!